РЕПАТРИИРОВАТЬ - ορισμός. Τι είναι το РЕПАТРИИРОВАТЬ
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι РЕПАТРИИРОВАТЬ - ορισμός


репатриировать      
несов. и сов. перех.
Подвергать репатриации.
РЕПАТРИИРОВАТЬ      
возвратить (-ащать) на родину военнопленных, гражданских лиц, беженцев, эмигрантов.
репатриировать      
РЕПАТРИ'ИРОВАТЬ, репатриирую, репатриируешь, ·совер. и ·несовер., кого-что (неол. полит.). Подвергнуть (подвергать) репатриации.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για РЕПАТРИИРОВАТЬ
1. Итальянцы начали активно репатриировать деньги на родину.
2. Жители Советска давно требовали восстановить историческую справедливость и репатриировать сохатого.
3. Они списывают здесь затраты, чтобы репатриировать прибыли на радость своих внешних акционеров.
4. Туроператор готов либо репатриировать своих клиентов домой, либо продолжить поездку через какое- то время.
5. Репатриировать капиталы российские предприниматели не хотят, а вот бежать, по-видимому, хотят.
Τι είναι репатриировать - ορισμός